-
1 θανών
θνήσκωaor part act masc nom sg -
2 θνῄσκω
Aθνείσκ- IG 2.4040b
; [ἀποθν]ήισκειν Pl.Phdr.
in PPetr.1p.18 (iii B.C.), butθνήσκω Did.
ap. EM452.29, freq. in codd.), [dialect] Aeol. [full] θναίσκω Hdn.Gr.2.79, [dialect] Dor. [full] θνᾴσκω Sammelb.6754.22 (iii B.C.): [tense] fut.θᾰνοῦμαι Simon.85.9
, S.Ant. 462, etc.; [dialect] Ep. inf.- έεσθαι Il.4.12
; laterθνήξομαι AP9.354
(Leon.), Polyaen.5.2.22 codd.: [tense] aor. 2 ἔθᾰνον, [dialect] Ep.θάνον Od.11.412
, al.; inf. [dialect] Ep. and [dialect] Ion. θανέειν, as always in Hom., exc. Il.7.52,θανέμεν Pi.P.4.72
: [tense] pf.τέθνηκα Il.18.12
, etc.; subj.τεθνήκω Th.8.74
: [tense] plpf.ἐτεθνήκειν Antipho 5.70
, Lys.19.48; [ per.] 3pl.- ήκεσαν And.1.52
: short forms of [tense] pf., [ per.] 3 dualτέθνᾰτον X.An.4.1.19
, [ per.] 1pl. , [ per.] 3pl.τεθνᾶσι Il.22.52
, etc.; [ per.] 3pl. [tense] plpf. , And.1.59, X.HG6.4.16; imper.τέθνᾰθι Il.22.365
,τεθνάτω 15.496
, IG12.10, Pl. Lg. 933e, etc.; opt.τεθναίην Il.18.98
, etc.; inf. τεθνάναι [ᾰ] Semon. 3, Hdt.1.31, Ar.Ra. 1012, Pl.Com.68, Th.8.92, etc., τεθνᾶναι dub.l. in Mimn.2.10, A.Ag. 539; [dialect] Ep. τεθνάμεναι, -άμεν, Il.24.225, 15.497, etc.; [dialect] Aeol.τεθνάκην Sapph.2.15
; part.τεθνεώς Hdt.9.120
, Ar.Av. 476, etc., fem.τεθνεῶσα Lys.31.22
, D.40.27 (τεθνηκυῖα Hippon.29
, E. Or. 109), neut.τεθνεός Hdt.1.112
, Hp.Nat.Mul.32 (, pl. ); gen. τεθνεῶτος, etc., Hdt.5.68, etc. (once in Hom., dat.τεθνεῶτι Od.19.331
); poet. τεθνεότος Archel. ap. Antig. Mir.89, Q.S.7.65; [dialect] Dor.τεθνᾰότα Pi.N.10.74
; [dialect] Ep. τεθνηώς (v.l. -ειώς) Il.17.161,- ηυῖα Od.4.734
, ([etym.] κατα-) 11.141; gen.τεθνηῶτος Il.9.633
, etc.; alsoτεθνηότος 17.435
, Od.15.23, al. [ τεθνεῶτι is trisyll. Od.19.331, (hex.): disyll. forms are written in later Gr., nom. ([place name] Argilus); gen. sg. (Cyzicus, i A.D.); dat. sg. Papers of the Amer. School3.334
(Pisid.); fem. τεθνώσῃ (and gen. pl. τεθνήτων) Ath.Mitt. 50.134 ([place name] Macedonia); acc. pl. fem.τεθνώσας Babr.45.9
]: from τέθνηκα arose [tense] fut. , A.Ag. 1279 (censured as archaic by Luc.Sol.7), laterτεθνήξομαι Diogenian.Epicur.1.28
, 3.52, Luc.Pisc. 10, Ael.NA2.46; part.τεθνηξόμενος Lib.Ep.438.7
.—The simple Verb is regularly used in early Prose in [tense] pf. and [tense] plpf.; for [tense] pres., [tense] fut., and [tense] aor. the compd. ἀποθνῄσκω is substituted: θνῄσκει v.l. in Hp. Mul.1.9,σάρκες θνῄσκουσι Art.69
,ἔθνῃσκον Th.2.47
, al., θνῃσκόντων ib.53, ,θνῄσκομεν Epicur.Ep.1p.20U.
: [tense] aor. part. θανών, subj. θάνῃ, IG12(5).593.2,20,23 (Iulis, v B.C.), Berl.Sitzb. 1927.166 ([place name] Cyrene), Phld.Herc.1649.4: [tense] aor. inf. θανεῖν ib.1418.13:—in [tense] pres. and [tense] impf., die, as well of natural as of violent death; in [tense] aor. and [tense] pf., to be dead (cf. τί τοὺς θανὅντας οὐκ ἐᾷς τεθνηκέναι; Eup.12.3 D.; ),θανεῖν καὶ πότμον ἐπισπεῖν Il.7.52
, etc.; ζωὸς ἠὲ θανών alive or dead, Od.4.553, cf. 15.350;ἦ ἤδη τέθνηκε 4.834
; , cf. 7.46;τεθνάναι κρεῖττον ἤ.. D.9.65
, cf. 10.25;ἄξιος τεθνάναι Ar.Ra. 1012
, etc.; τεθνάτω let him be put to death, IG12.10.29; ἄτιμος τεθ. Lex ap.D.9.44: freq. in part.,νέκυος πέρι τεθνηῶτος Il.18.173
; νεκρὸν.. τεθνηῶτα a dead corpse, Od.12.10; οἱ τεθνηκότες, οἱ θανόντες, the dead, E.Hec. 278, Eup. l.c., etc.;οὔτε τεθνεῶτα οὔτε ζῶντα Hdt.4.14
; οἴχεται θανών (v. οἴχομαι) ; θανὼν φροῦδος (v. φροῦδος); θανόντι συνθανεῖν S.Tr. 798
,Fr. 953, cf. E.Supp. 1007(lyr.); ὁ θανών, opp. ὁ κτανών, S. Ph. 336: [tense] pres. with [tense] pf. sense, θνῄσκουσι γάρ, for τεθνήκασι, Id.OT 118, cf. E.Hec. 695 (lyr.),Ba. 1041 (lyr.), etc.2 used like a pass. Verb, χερσὶν ὑπ' Αἴαντος θανέειν to fall by his hand, Il.15.289;θ. ὑπό τινος Pl.Ep. 329c
, Arist.HA 625a16;ἔκ τινος Pi.P.4.72
, S.OT 1454; πρός τινος ib. 292, E.Hec. 773;θεοῖς τέθνηκε S.Aj. 970
: freq. c. dat. instrumenti, θ. χερί, δορί, Id.OC 1388, A.Th. 959(lyr.);φαρμάκοισι E. Fk.464
; also ; τεθνάναι τῷ δέει, τ. τῷ φόβῳ, c. acc., to be in mortal fear of, D.4.45, 19.81, cf. Arr.An.7.9.4;προοίμιον σκοτεινὸν καὶ τεθνηκὸς δειλίᾳ Aeschin.2.34
; θ. ἐπί τινι to die leaving one as heir, Luc.DMort.7.1.II metaph., of things, perish,θνᾴσκει σιγαθὲν καλὸν ἔργον Pi.Fr. 121
;ἐσλῶν ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει.. δαμασθέν Id.O.2.19
;λόγοι θνῄσκοντες μάτην A.Ch. 846
;θ. πίστις S. OC 611
;τὸ τρύβλιον τέθνηκέ μοι Ar.Ra. 986
(lyr.): in Prose,τέθνηκε τὸ τοὺς ἀδικοῦντας μισεῖν D.19.289
;τεθνηκός τι φθέγξασθαι D.C.40.54
;τεθνηκὸς ὁρᾶν Callistr.Stat.14
; τὸ τεθνηκὸς ὁ λίθος ὑπεδύετο ib.2. -
3 θνᾴσκω
θνᾴσκω (θνᾴσκει, -ομεν; θνᾴσκοντι, -όντων: aor. θᾰνεν; θᾰνών, -όντος, -όντ(α), -όντων, -όντεσσιν; θᾰνεῖν, θᾰνέμεν: pf. τεθνᾰότ(α), τε̆θνᾶκότων; τε̆θνᾰμεν.)1 dieθανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα O. 1.82
θανόντων ἀπάλαμνοι φρένες O. 2.57
ἔστι δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος O. 8.77
βρότεα σώμαθ' ᾆ κατάγει κοίλαν πρὸς ἄγυιαν θνᾳσκόντων O. 9.35
πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα ἐπακτὸν ἀλλότριον θνᾴσκοντι στυγερώτατος O. 10.90
θέσφατον ἦν Πελίαν ἐξ ἀγαυῶν Αἰολιδᾶν θανέμεν P. 4.72
“ φαντὶ θανεῖν Ἰφιμεδείας παῖδας” P. 4.88πρυμνοῖς ἀγορᾶς ἔπι δίχα κεῖται θανών P. 5.93
“ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦ” P. 8.53θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας P. 11.31
τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων N. 7.32
κελεύθοις ἁπλόαις ζωᾶς ἐφαιπτοίμαν, θανὼν ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.36
καί μιν οὔπω τεθναότ, ἄσθματι δὲ φρίσσοντα πνοὰς ἔκιχεν N. 10.74
αὔξομεν ἔμπυρα χαλκοαρᾶν ὀκτὼ θανόντων, τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς I. 4.63
θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες I. 7.42
“ υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳ” I. 8.36τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ Δαγγερ;ἔλιπον I. 8.56
κεἴ μοι τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. ]α θανοντο[ Θρ. 5.a. 10. θανόντων δὲ καὶ φίλοι προδόται (Bergk: λόγοι φίλοι codd.) fr. 160. γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν [[βρεϝεμαξρ] χρη]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (supp. Lobel: sc. κρέσσον, simm.) fr. 169. 16. met. of things, die away, subside, πῆμαθνᾴσκει παλίγκοτον δαμασθέν O. 2.19
θνᾴσκει δὲ σιγαθὲν καλὸν ἔργον fr. 121. 4. in tmesis, ἀπὸ καὶ θανών (v. ἀποθνᾴσκω) I. 7.30 -
4 οἴχομαι
A- ήσομαι Ar.V.51
, Fr. 150, Pl.Tht. 203d, etc.: [tense] pf. , Id.Fr. 241 codd. (ᾤχωκε A.Pers.13
) ; [tense] pf. part. οἰχωκώς, υῖα, ός Hdt.9.98,8.108 ; also ᾤχηκα ([etym.] παρ-) Il.10.252 (v.l.), D.H.11.5, etc.: [tense] plpf.οἰχώκεε Hdt.1.189
, etc. ;ᾠχήκει Plb.8.27.9
:—[voice] Med., [tense] pf. ᾤχημαι, [dialect] Ion.οἴχημαι Hdt.4.136
([etym.] δι-), Plu.Cam.14 (παρ-, but in Hp. de Arte9, X.An.2.4.1, παροιχόμενος is now restored):—[voice] Act., imper. οἶχε (but perh. οἴχε ([etym.] ο ) with elision) Plu.Pyrrh.28 : [tense] pres. [full] οἰχέομαι, [var] contr. οἰχεῦμαι, dub. l. in AP7.273 (Leon.):I rarely in a general sense, go or come, without the idea of departure, and without a perfect sense, , cf. 5.495 ; more freq. go, go away, go off, Il.1.380, 13.38, 23.564, Od. 17.104, al.: but usu. οἴχεται in [tense] pf. sense, he has gone, departed, and ᾤχετο in [tense] plpf. sense, he had gone,ἤδη.. οἴχεται Il.15.223
, cf. 14.311 ;ἐπεὶ οἴχεο νηΐ Πύλονδε Od.16.24
, etc. ;οἱ πρέσβεις οἱ μετὰ Πλειστίου οἰχόμενοι IG12.57.51
;τῶν οἰ. Ἑλλάδ' ἐς αἶαν A.Pers. 1
(anap.);τὸν κήρυκα τὸν παρὰ τοὺς βροτοὺς οἰ. Ar.Av. 1270
: freq.c.part., εἴ πέρ κεν Ἄρης.. οἴχηται φεύγων shall be fled and gone, Od.8.356 ; ᾤχετ' ἀποπτάμενος he had taken flight and gone, Il.2.71 ;ὥς μ' ὄφελ'.. οἴχεσθαι προφέρουσα.. θύελλα 6.346
, cf. Od.20.64 ; soοἴχεται πλέων Hdt.4.145
; οἴχεται ἀπολιπών he has gone and left.., ib. 155 ; so in [dialect] Att., οἴχεται θανών (v. infr. II) ; ἢν δῃώσαντες οἴχωνται Foed. ap. Th.5.47 ;οἴ. φέρων Ar.Lys. 976
, etc. ;πρεσβεύων ᾤχετο X.Cyr.5.1.3
;ᾤχετ' εὐθέως ἀπιών D.18.65
, cf. Pl.Smp. 223b, etc.: with an Adj., he's clean gone,Ar.
Ach. 210 : rarely in the reverse usage,οἰχόμενοι κόμισαν δέπας Il. 23.699
, cf. 22.223 : c. acc. cogn.,οἴχεσθαι ὁδόν Od.4.393
.—The part. οἰχόμενος in Hom. sts. means absent, away,Ὀδυσσῆος πόθος αἴνυται οἰχομένοιο Od.14.144
; δὴν οἰ. ib. 376.II Special usages:1 of persons, euphem. for θνῄσκω, to have departed, be gone hence,εἰς Ἀΐδαο Il.22.213
;ψυχὴ κατὰ χθονὸς ᾤχετο 23.101
;οἴ. θανών S.Ph. 414
, cf. E.Hel. 134, etc. ;[τὸ γένος] οἴ. πᾶν πρόρριζον And.1.146
;οἰχήσομαι ἀπιὼν εἰς μακάρων δή τινας εὐδαιμονίας Pl.Phd. 115d
; part. οἰχόμενος for θανών, departed, dead, A.Pers. 546 (anap.), S.El. 146 (lyr.), etc.b to be undone, ruined, opp.σῴζομαι, ἢ σεσώσμεθα.. ἢ οἰχόμεσθ' ἅμα Id.Tr.85
, cf.Aj. 1128 ;τὸ μὲν ἐπ' ἐμοὶ οἴχομαι, τὸ δ' ἐπὶ σοὶ σέσωσμαι X.Cyr.5.4.11
; so οἴχωκα or to be gone, undone, ruined,A.
Pers.13 (anap.), S.Aj. 896, etc. ; soοἰχομένας πόλεως E.Tr. 596
(lyr.), cf. Heracl.14 ;τοῦ.. διαλυθεῖσαν οἴχεσθαι πολιτείαν Pl.Lg. 945c
.2 of things, to be gone, lost, vanished, πῇ δή τοι μένος οἴχεται; whither is thy spirit gone? Il.5.472, cf. 13.220, 24.201 ; is absent,Gal.
18(2).48 ;δίψης οἰχομένης Id.15.564
, cf. Aret. CD<*>4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > οἴχομαι
-
5 οἴχομαι
οἴχομαι, Hom. nur praes. u. impf., fut. οἴξομαι nur als v. l. Her. 2, 29, gewöhnlich fut. οἰχήσομαι, perf. ᾤχημαι, ion. οἴχημαι, Her. 4, 136, u. οἴχωκα, Her., partic. οἰχωκώς, οἰχώκεε mit imperf.-Bedeutung, auch ᾤχωκα, Aesch. Pers. 13, παρῳχήκει Pol. 8, 29 a. E.; – gehen, bes. weggehen, sich auf den Weg begeben, eigtl. von Menschen, und das Präsens oft mit Perfectbedeutung, fortgegangen sein, fortsein; νῦν δ' οἴχεται οἶος ἀείρας νεκρόν, Il. 17, 588; ἀναΐξας ἄφαρ οἴχεται, Od. 1, 410; τίπτε δέ μοι παῖς οἴχεται, 4, 707; so heißt Odysseus, der 20 Jahre vom Vaterlande entfernt ist, oft δὴν οἰχόμενος. – Oft steht ein Participium dabei, die Art des Entfernens angebend, οἴχεται φεύγων, fliehend geht er davon, Od. 8, 356, ᾤχετ' ἀποπτάμενος, er flog davon, Il. 2, 71, so οἴχεται ἰών, ἀπιών, ϑανών u. dgl.; νηῒ οἴχεσϑαι, zu Schiffe abfahren, Od. 16, 24. 142; selten c. accus., ὁδὸν οἴχεσϑαι, 4, 393. Die Perfectbedeutung tritt bes. bei den Attikern hervor, Περσῶν τῶν οἰχομένων Ἑλλάδ' ἐς αἶαν. die nach Griechenland gezogen sind, Aesch. Pers. 1, vgl. 174; ὁ δ' ἐξαλύξας οἴχεται, Eum. 111; ἀνὴρ οἴχεται φεύγων, 117. 120. 142; σκοπὸς δέ νιν οἴχεται στελῶν, Soph. O. C. 298; obwohl ib. 898 Κρέων οἴχεται heißt »er schickt sich an, wegzugehen«; ὥς τινα, παρά τινα, Ar. Plut. 32 Av. 1270; διαφυγὼν οἰχήσεται, Th. 653; ἀποδρὰς ᾤχου, Ran. 469; οἴχοντο πλέοντες, Her. 4, 145, öfter; ἄρτι ἐνϑένδε οἴκαδε οἴχεται, Plat. Parmen. 106 c; οἴχεται ἀποπηδήσας πρὸς ἄλλον, Legg. IV, 720 c; φεύγων οἴχομαι, Parm. 130 d; ἀδιάφϑορον οἴχεται ἀπιόν, Phaed. 106 e; οἴχεται ἀγομένη, sie wird weggeführt, 108 b, wie ᾤχετο ἄγων, er führte weg, 58 a; καταγελάσαντας οἰχήσεσϑαι, Conv. 181 d; οἶδα γὰρ ὅπη οἴχονται, wohin sie weggegangen sind, Xen. An. 1, 4, 8; ᾤχετο πλέων, 2, 6, 3; ᾤχετο ἀπιών, 3, 3, 5; ἀπελαύνων, 2, 4, 24; ὁρῶντες ὀλίγους ἤδη τοὺς λοιπούς· πολλοὶ γὰρ ᾤχοντο, Viele waren fortgegangen, 4, 3, 13; ᾤχετο ἄγων τὸν ἵππον, er führte das Pferd fort, 4, 5, 35; auffallend ᾤχοντο δ' ἐν τοῖς ὀχυροῖς, 4, 7, 17, sie waren fortgegangen und befanden sich nun in den festen Plätzen. – Bes. ist es ein Euphemismus für sterben, wie Hom. sagt οἴχεται εἰς Ἀΐδαο, Il. 22, 213, ᾤχετο ψυχὴ κατὰ χϑονός, 23, 101; ᾤχοντ' ἄφαντοι, sie kamen um, Aesch. Ag. 643; τὸ Περσῶν ἄνϑος οἴχεται πεσόν, ist dahingesunken, Pers. 248; Ὀρέστης ἐλπὶς οἴχεται δόμων, Ch. 765; οἴχομαι φόβῳ, ich komme um vor Furcht, Suppl. 767; vollständiger οὗτος οἴχεται ϑανών, Soph. Phil. 412, vgl. Ai. 778; Eur. Troad. 395 u. öfter; οἴχεται πατήρ, Soph. El. 1140; auch οἴχομαι τάλας, Trach. 1133; οἴχωκ', ὄλωλα, διαπεπόρϑημαι, Ai. 880; ἐκ γυναικὸς οἴχεται σφαγείς, Eur. I. T. 552; οἱ οἰχόμενοι, die Gestorvenen, Hec. 141, wie Aesch. Pers. 880 u. Sp.; ὅπως μὴ ἐγὼ οἰχήσομαι, Plat. Phaed. 91 c; Xen. setzt An. 3, 1, 32 einander gegenüber ὅπου μὲν στρατηγὸς σῶος εἴη –, ὁπόϑεν δὲ οἴχοιτο, wie Soph. ἢ σεσώσμεϑα – ἢ οἰχόμεσϑα, Trach. 85; vgl. noch Xen. Cyr. 5, 4, 11; Sp., οἴχεται δέ σοι ὅ τε Ῥωμαίων δῆμος καὶ τὸ πλεῖστον τοῦ στρατιωτικοῦ, Hdn. 1, 13, 4. – Auch von leblosen Dingen wird es gebraucht, sowohl übh. eine schnelle Bewegung bezeichnend, daherfahren, von Geschossen u. Stürmen, Il. 1, 53. 6, 346. 13, 505 Od. 20, 64, als bes. verloren gehen, untergehen, verschwinden, πῆ σοὶ μένος οἴχεται; wohin ist dein Muth? wo bleibt dein Muth? Il. 5, 472, vgl. 13, 220. 24, 201; οἴχεται τιμὰ φωτί, Pind. N. 10, 78; οὐ πλόκαμοι κερϑέντες ᾤχοντ' ἀγλαοί, P. 4, 82; οἴχεται δὴ πάντα ταῦτ' ἐῤῥιμμένα, Soph. Ai. 1250, der auch οἴχωκε γὰρ κροτητὰ πηκτίδων μέλη sagte, frg. Tham. 1, 1; διαλυϑεῖσαν οἴχεσϑαι πολιτείαν, Plat. Legg. XII, 945 c; Sp., οἴχεται πάντα, Alles ist fort, Luc. D. D. 25, 1; Mer. D. 4; oft bei S. Emp. – Das adj. verb. οἰχητέον steht bei Alciphr. 3, 42.
-
6 θνησκω
или θνήσκω, дор. θνᾴσκω (fut. θᾰνοῦμαι, aor. 2 ἔθᾰνον, pf. τέθνηκα; fut. 3 τεθνήξω и τεθνήξομαι; conjct. τεθνήκω; opt. τεθναίην; inf. τεθνηκέναι и τεθνάναι, эп. inf. τεθνάμεναι и τεθνάμεν; imper. τέθνᾰθι; part. τεθνηκώς и τεθνεώς, эп. part. τεθνηώς; 3 л. pl. ppf. ἐτεθνήκεσαν и ἐτέθνᾰσαν; эол. ppf. τεθνάκην с ᾱ)1) умирать, погибать(οἰκτίστῳ θανάτῳ Hom.; νόσῳ Her.)
ζωὸς ἠὲ θανών Hom. — живой или мертвый;τεθνηὼς νεκρός или νέκυς Hom. — мертвец;οἱ θανόντες, οἱ τεθνηκότες и οἱ τεθνεῶτες Xen., Plat., Arst.; — умершие, мертвые;θανέειν (χερσὴν) ὑπό τινος Hom., Plat., ἔκ и πρός τινος Pind., Soph., также τινί Soph. и ὑπό τινος Arst. — умереть от чьей-л. руки, т.е. быть убитым кем-л.;θ. περί и ὑπέρ τινος Xen., Plat.; — умирать за кого(что)-л.;εὐγενές ὅ κτανών τε χὠ (= καὴ ὅ) θανών Soph. — славен и убивший (Аполлон) и убитый (Ахилл);οὐδ΄ ἄγγελός τις …;Θνήσκουσι (= pf. τεθνήκασι) γάρ Soph. — нет какого-л. вестника …? (Нет), ибо они (все) погибли;τίνι μόρῳ θνήσκεις (= pf. τέθνηκας) ; Eur. — какой смертью погиб ты, (Полидор)?;2) гибнуть, исчезать, пропадатьλόγοι θνήσκοντες μάτην Aesch. — слова, пропадающие втуне;
θνήσκει πίστις Soph. — исчезает верность;τὸ τρυβλίον τὸ περυσινὸν τέθνηκέ μοι Arph. — у меня пропало купленное в прошлом году блюдо;ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει Pind. — под влиянием радостей исчезает скорбь;τέθνηκε τὸ μισεῖν τινα Dem. — ненависть к кому-л. угасла -
7 καί
καί particle,1 and, also, even A copulative.1 joining finite verbs,a with change of subject.ἦ θαύματα πολλά, καί πού τι καὶ ἐξαπατῶντι μῦθοι O. 1.28
, O. 3.21, O. 9.38, O. 10.41, O. 10.72, P. 1.5, P. 1.42, P. 3.35, P. 3.93, P. 3.94, P. 4.124, P. 4.164, P. 4.220, P. 4.247, P. 4.254, P. 4.257, P. 6.53, P. 9.40, P. 9.52, N. 5.18, N. 5.21, N. 6.53, N. 7.65, N. 10.10, N. 11.8, I. 3.17, I. 4.13, I. 4.34, I. 4.67, I. 5.48, I. 6.53, I. 8.47, fr. 51b. Pae. 2.53b with no change of subject.διεδάσαντο καὶ φάγον O. 1.51
, O. 5.8, O. 7.46, O. 10.49, O. 13.27, O. 13.69, O. 13.112, P. 3.15, P. 3.68, P. 4.254, P. 4.298, P. 9.12, P. 10.46, N. 1.64, N. 3.26, N. 3.38, N. 4.61, N. 5.39, N. 6.19, N. 6.49, N. 9.18, N. 10.22, N. 10.74, N. 10.80, I. 2.19, I. 5.63, I. 6.70, Πα. 2. 1, Εὔ]βοιαν ἕλον καὶ ἔνασσαν καὶ ἔκτισαν νάσους Πα.. 3. Πα. 8A. 13. Δ. 2. 30, fr. 169. 23, fr. 169. 47.c in subord. cl.,ὡς ἂν κτίσαιεν βωμὸν ἐναργέα καὶ ἰάναιεν O. 7.42
πρὶν μίχθη καὶ ἔνεικεν O. 9.59
κατέφρασεν ὁπᾷ ἔθυε καὶ ὅπως ἄρα ἔστασεν O. 10.57
ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ P. 1.100
θεός, ὃ καὶ κίχε καὶ παραμείβεται καὶ ἔκαμψε P. 2.50
εἰ δὲ σώφρων ἄντρον ἔναἰ ἔτι Χίρων, καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν P. 3.63
P. 9.46—9.ὃς ἂν ἕλῃ καὶ ἴδῃ P. 10.25
, N. 3.34ὄφρα προσμένοι καὶ πάξαιθ N. 3.61
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν πῶς δὴ λίπον εὐκλέα νᾶσον, καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν N. 5.15
Pae. 6.50 irregularly coordinated;φάνη Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου καὶ ὁπότ' Πελλάνᾳ φέρε O. 9.97
εὐθύ-γλωσσος ἀνὴρ προφέρει παρὰ τυραννίδι χὠπόταν ὁ λάβρος στρατός, χὤταν πόλιν οἱ σοφοὶ τηρέωντι P. 2.87
—8.νᾶσον ὡς ἤδη λιπὼν κτίσσειεν εὐάρματον πόλιν καὶ τὸ Μηδείας ἔπος ἀγκομίσαι P. 4.9
πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν N. 5.52
d introducing question.ἐπεὶ ψάμμος ἀριθμὸν περιπέφευγεν, καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο O. 2.99
“ καὶ τίς ἀνθρώπων σε ἐξανῆκεν γαστρός;” P. 4.982 joining grammatically similar words.a two nouns.Παλλὰς καὶ Ζεὺς O. 2.27
ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι καὶ στεφάνους O. 2.74
κρίσιν καὶ πενταετηρίδ O. 3.21
Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν καὶ πολυγνάμπτων μυχῶν O. 3.27
χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ O. 4.25
ἀρετᾶν καὶ στεφάνων O. 5.1
Ἄκρων' ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8
Οἰνομάου καὶ Πέλοπος O. 5.9
Ποσειδᾶν' καὶ τοξοφόρον σκοπόν O. 6.59
παρ' Ἀλφειῷ καὶ παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17
Οὐρανὸς καὶ Γαῖα μάτηρ O. 7.38
ἀρετὰν καὶ χάρματ O. 7.44
τά τ' ἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84
κῶμον καὶ στεφαναφορίαν O. 8.10
ἓ καὶ υἱὸν O. 9.14
κορᾶν καὶ φερτάτων Κρονιδᾶν O. 9.56
τόλμα δὲ καὶ ἀμφιλαφὴς δύναμις O. 9.82
σὺ καὶ θυγάτηρ O. 10.3
Καλλιόπα καὶ χάλκεος Ἄρης O. 10.15
βροντὰν καὶ πυρπάλαμον βέλος O. 10.80
ἀρχὰ λόγων καὶ πιστὸν ὅρκιον O. 11.6
Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος Ἰσθμοῖ τε O. 12.18
κασίγνηταί τε Δίκα καὶ ὁμότροφος Εἰρήνα O. 13.7
Σίσυφον καὶ τὰν Μήδειαν O. 13.53
ναὶ καὶ προπόλοις O. 13.54
παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα O. 13.83
αἰδῶ δίδοι καὶ τύχαν O. 13.115
Ἀπόλλωνος καὶ Μοισᾶν P. 1.1
κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.28
ὄλβον καὶ κτεάνων δόσιν P. 1.46
ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν P. 1.68
κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ P. 2.58
ἐν ὄρει καὶ ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90
Νέστορα καὶΛύκιον Σαρπηδόν P. 3.112
ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ P. 4.68
“Ἰφιμεδείας παῖδας, ὦτον καὶ σέ” P. 4.89 “ πὰρ Χαρικλοῦς καὶ Φιλύρας” P. 4.103 “ λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ” P. 4.108Ἄδματος καὶ Μέλαμπος P. 4.126
ὀρνίχεσσι καὶ κλάροισι P. 4.190
ἀγέλα ταύρων ὑπᾶρχεν καὶ νεόκτιστον θέναρ P. 4.206
ἄροτρον καὶ βόας P. 4.225
Κυράνα καὶ τὸ κλεεννότατον μέγαρον Βάττου P. 4.280
πεδίον καὶ πατρωίαν πόλιν P. 5.53
ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64
νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26
γείτων καὶ κτεάνων φύλαξ ἐμῶν P. 8.58
λαμπρὸν φέγγος καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97
“ θυμὸν γυναικὸς καὶ μεγάλαν δύνασιν” P. 9.30 “ τέλος οἶσθα καὶ πάσας κελεύθους” P. 9.45 “ ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς” P. 9.47 ὥραισι καὶ Γαίᾳ” P. 9.60 “ νέκταρ καὶ ἀμβροσίαν” P. 9.63 “ Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων' Ἀγρέα καὶ Νόμιον” P. 9.64—5.οἱ καὶ Ζηνὶ P. 9.84
νιν καὶ Ἰφικλέα P. 9.88
δίκον φύλλ' ἔπι καὶ στεφάνους P. 9.124
πόνων δὲ καὶ μαχᾶν ἄτερ P. 10.42
χαλκοῦ θαμὰ καὶ δονάκων P. 12.25
οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61
Ἰάσον' καὶ ἔπειτεν Ἀσκλαπιόν N. 3.54
τάνδε νᾶσον καὶ σεμνὸν Θεάριον N. 3.69
δῶρα καὶ κράτος N. 4.68
ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων N. 5.7
υἱοὶ καὶ βία Φώκου N. 5.12
ἀοιδαὶ καὶ λόγοι N. 6.30
αὐχένα καὶ σθένος (v. Dornseiff, Stil, 26) N. 7.73χειρὶ καὶ βουλαῖς N. 8.8
Δείνιος δισσῶν σταδίων καὶ πατρὸς Μέγα Νεμεαῖον ἄγαλμα N. 8.16
ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν N. 9.4
φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτε θρασυμήδεα καὶ δεινὰν στάσιν N. 9.13
χερσὶ καὶ ψυχᾷ N. 9.39
Κάστορος καὶ κασιγνήτου Πολυδεύκεος N. 10.50
Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ N. 10.53
Ζηνὸς ὑψίστου κασιγνήτα καὶ ὁμοθρόνου Ἥρας N. 11.2
λύρα καὶ ἀοιδά N. 11.7
πάλᾳ καὶμεγαυχεῖ παγκρατίῳ N. 11.21
ἐν Πυθῶνι καὶ Ὀλυμπίᾳ N. 11.23
παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ ὄχθῳ Κρόνου N. 11.25
πολιατᾶν καὶ ξένων I. 1.51
Ὀγχηστὸν καὶ γέφυραν I. 4.20
χρυσέων οἴκων ἄναξ καὶ γαμβρὸς Ἥρας I. 4.60
δαῖτα καὶ νεόδματα στεφανώματα βωμῶν I. 4.62
νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ;ἅρμασιν ἵπποι I. 5.5
ἑσπόμενοι Ἡρακλῆι πρότερον καὶ σὺν Ἀτρείδαις I. 5.38
Ἕκτορα καὶ στράταρχον Μέμνονα I. 5.40
Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.27
Μερόπων ἔθνεα καὶ τὸν βουβόταν Ἀλκυονῆ I. 6.32
“χθόνα καὶ στρατὸν ἀθρόον Pae. 4.42
ἐμὰν ματέραλιπόντες καὶ ὅλον οἶκον Pae. 4.45
στεφάνων καὶ θαλιᾶν Pae. 6.14
νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσινἵζων Pae. 6.93
ναυπρύτανιν δαίμονα καὶ τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131
Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] Pae. 8.66
Κάδμου στρατὸν καὶ Ζεάθου πόλιν (Π: ἂν pro καὶ coni. Wil. metr. gr.) Πα... φυγόντα νιν καὶ μέλαν ἕρκος ἅλμας[ Δ. 1. 1. ἐπ' Αἰολάδᾳ καὶ γένει (G-H: τε καὶ Π.) Παρθ. 1. 13. ὦ Πάν, Ἀρκαδίας μεδέων καὶ σεμνῶν ἀδύτων φύλαξ fr. 95. 2. θυμὸν καὶ φωνὰν fr. 124d. βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ ἄνδρες fr. 133. 4. ]ἀοιδ[ὰν κ]αὶ ἁρμονίαν fr. 140b. 2. θεῶν καὶ κατ' ἀνθρώπων ἀγυιάς fr. 194. 6. τιμαὶ καὶ στέφανοι fr. 221. 2. Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος fr. 243.b two adjs.ξανθαῖσι καὶ παμπορφύροις ἀκτῖσι βεβρεγμένος O. 6.55
πολύβοσκον γαῖαν ἀνθρώποισι καὶ εὔφρονα μήλοις O. 7.63
ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ O. 9.28
ὡραῖος ἐὼν καὶ καλὸς O. 9.94
[ ἀκρόσοφον δὲ καὶ αἰχματὰν (v. l. τε καὶ) O. 11.19]κλυτὰν καὶ ὀνυμαστάν P. 1.38
πολυμήλου καὶ πολυκαρποτάτας χθονὸς P. 9.7
εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς P. 10.22
γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν N. 7.101
ἄνιππός εἰμι καὶ βουνομίας ἀδαέστερος Pae. 4.27
esp., two numerals,πρώτοις καὶ τερτάτοις O. 8.46
ἑβδόμᾳ καὶ σὺν δεκάτᾳ γενεᾷ P. 4.10
τεσσαράκοντα καὶὀκτὼ παρθένοισι P. 9.113
τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135.c two participles.ἐξαρκέων κτεάτεσσι καὶ εὐλογίαν προστιθείς O. 5.24
ἀποπέμπων καὶ ἐποψόμενος O. 8.52
δεξάμενον καὶ δαίσαντα N. 1.71
θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16
cf. O. 6.20d two infinitives. “ μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμεν” P. 4.166 “ χέρα οἱ προσενεγκεῖν ἦρα καὶ ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37.ἐπαινεῖσθαι χρεών, καὶ μελιζέμεν N. 11.18
κελαδῆσαι καὶ προσειπεῖν I. 1.55
e two pronouns. “ ἐμὲ καὶ σὲ” P. 4.141ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων P. 5.55
εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι P. 7.21
f two adverbs.πολὺ καὶ πολλᾷ O. 8.23
3 in enumeration.a A καὶ B καὶ C ( καί...)λτ;γτ;άνθον ἤπειγεν καὶ Ἀμαζόνας εὐίππους καὶ ἐς Ἴστρον ἐλαύνων O. 8.47
νόστον ἔχθιστον καὶ ἀτιμότεραν γλῶσσαν καὶ ἐπίκρυφον οἶμον O. 8.69
πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν καὶ μέγαρον O. 13.62
γυναικεῖον στρατὸν καὶ Χίμαιραν καὶ Σολύμους ἔπεφνεν O. 13.90
Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε καὶ Μέροπας καὶ τὸν μέγαν Ἀλκυονῆ N. 4.25
—7.χαλκὸν ὅν τε Κλείτωρ καὶ Τεγέα καὶ Ἀχαιῶν ὑψίβατοι πόλιες καὶ Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.47
—8.ἐξικέσθαν καὶ μέγα ἔργον ἐμήσαντ' ὠκέως καὶ πάθον N. 10.64
ἐπῇεν καὶ ἔστα καὶ μυχοὺς διζάσατο fr. 51a. 3. τὸ δ' οἴκοθεν ἄστυ κα[ὶ ] καὶ συγγένεἰ Πα.. 32. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι Ἀθᾶναι fr. 76. 1. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι προάστιον αὐτῶν καὶ λιβάνῳ σκιαρὰν καὶ χρυσοκάρποισιν βέβριθε λτ;δενδρέοιςγτ; καὶ τοὶ μὲν Θρ.. 3. ἔνθα βουλαὶ γερόντων καὶ νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί, καὶ χοροὶ καὶ Μοῖσα καὶ Ἀγλαία fr. 199.b A καὶ B C τε ( καί...)Λύκιε καὶ Δάλοἰ ἀνάσσων, Φοῖβε, Παρνασσοῦ τε κράναν Κασταλίαν φιλέων P. 1.39
καὶ σοφοὶ καὶ χερσὶ βιαταὶ περίγλωσσοί τ' ἔφυν P. 1.42
Ἰόλαον καὶ Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες P. 11.61
ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν καὶ τὸ θαητὸν δέμας ἀτρεμίαν τε σύγγονον N. 11.12
τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον καὶ λεβήτεσσιν φιάλαισί τε χρυσοῦ I. 1.18
πόλιν τάνδε κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ Πηλεῖ τε κἀγαθῷ Τελαμῶνι σύν τ' Ἀχιλλεῖ P. 8.99
—100.4 καί καί, both — andκαὶ ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων O. 7.90
καὶ ἀγάνορος ἵππου θᾶσσον καὶ ναὸς ὑποπτέρου O. 9.23
καὶ λογίοις καὶ ἀοιδοῖς P. 1.94
“ ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος” P. 4.152κόρον δ' ἔχει καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ἄνθἐ Ἀφροδίσια N. 7.53
καὶ τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον χορεύων καὶ τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.7
καὶ πάγκαρπον ἐπὶ χθόνα καὶ διὰ πόντον βέβακεν ἐργμάτων ἀκτὶς I. 1.41
μυρίαι δ' ἔργων καλῶν τέτμανθ κέλευθοι καὶ πέραν Νείλοιο παγᾶν καὶ δἰ Ὑπερβορέους I. 6.23
εἴη καὶ ἐρᾶν καὶ ἔρωτι χαρίζεσθαι κατὰ καιρόν fr. 127. 1. with irregular coordination,καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κούφαν κτίσιν O. 13.83
καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον (sc. ἐκράτησε) N. 10.26 in comparison,πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67
5 with intensifying force.οὔτε δύσηρις ἐὼν οὔτ' ὦν φιλόνικος ἄγαν, καὶ μέγαν ὅρκον ὀμόσσαις, τοῦτό γέ οἱ μαρτυρήσω O. 6.20
τέκεν γόνον ὑπερφίαλον μόνα καὶ μόνον P. 2.43
“τοῦτον ἄεθλον ἑκὼν τέλεσον· καί τοι μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμεν ὄμνυμι προήσειν” conditional parataxis P. 4.1656 v. E infra for exx. of καὶ irregularly placed. B copulative, combined with τε, where τε is superfluous.1Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις O. 1.18
τρεῖς τε καὶ δέκ' ἄνδρας O. 1.79
ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
εὐθυμιᾶν τε μέτα καὶ πόνων O. 2.34
πλοῦτόν τε καὶ χάριν ἄγων O. 2.10
τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν O. 2.53
Πηλεύς τε καὶ Κάδμος O. 2.78
ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ διφρηλασίας O. 3.37
αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους O. 6.14
Συρακοσσᾶν τε καὶ Ὀρτυγίας O. 6.93
Ζεύς τε καὶ ἀθάνατοι O. 7.55
μήλων τε κνισάεσσα πομπὰ καὶ κρίσις O. 7.80
αὐτούς τ' ἀέξοι καὶ πόλιν O. 8.88
μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι O. 9.65
τά λτ;τεγτ; τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα (supp. Hermann, met. gr.: om. codd., Schr.) O. 14.5γᾶν τε καὶ πόντον κατ' ἀμαιμάκετον P. 1.14
κτεάτεσσί τε καὶ περὶ τιμᾷ P. 2.59
“ παῖδες ὑπερθύμων τε φωτῶν καὶ θεῶν” P. 4.13 “ Κρηθεῖ τε μάτηρ καὶ Σαλμωνεῖ” P. 4.142ἀνέρες ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174
θεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117
βουλᾶν τε καὶ πολέμων P. 8.3
ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς P. 8.6
λύρᾳ τε καὶ φθέγματι μαλθακῷ P. 8.31
πολλάν τε καὶ ἡσύχιον εἰρήναν P. 9.22
“ ἔν τε θεοῖς κἀνθρώποις” P. 9.40τόλμᾳ τε καὶ σθένει P. 10.24
εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45
τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες N. 1.30
εὖ τε παθεῖν καὶ ἀκοῦσαι N. 1.32
λῆμά τε καὶ δύναμιν N. 1.57
Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα N. 3.50
Κλεωναίου τ' ἀπ ἀγῶνος καὶ λιπαρῶν εὐωνύμων ἀπ Ἀθανᾶν N. 4.18
Οἰνώνᾳ τε καὶ Κύπρῳ N. 4.46
εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν N. 5.9
ἐπί τε χθόνα καὶ διὰ θαλάσσας N. 6.48
σέ τ' καὶ Πολυτιμίδαν N. 6.62
χειρῶν τε καὶ ἰσχύος ἁνίοχον N. 6.66
φίλιπποί τ' αὐτόθι καὶ κτεάνων ψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας ἄνδρες N. 9.32
γνώτ' ἀείδω θεῷ τε καὶ ὅστις ἁμιλλᾶται N. 10.31
Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Τυνδαρίδαις N. 10.38
Κορίνθου τ' ἐν μυχοῖς, καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν τετράκις (loc. susp.) N. 10.42θάνατόν τε φυγὼν καὶ γῆρας ἀπεχθόμενον N. 10.83
ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29
κτεάνων θ' ἅμα λειφθεὶς καὶ φίλων I. 2.11
τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.51
γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55
Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει I.5. 52.δαπάνᾳ τε χαρεὶς καὶ πόνῳ I. 6.10
ἀγλαοὶ παῖδές τε καὶ μάτρως I. 6.62
Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ I. 9.2
ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος fr. 2. 1. γᾶν τε καὶ θάλασσαν fr. 51a. 2.γαῖαν ἀμπελόεσσάν τε καὶ εὔκαρπον Pae. 2.25
τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.51
Χαρίτεσσίν τε καὶ Ἀφροδίτᾳ Pae. 6.4
ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων Pae. 6.132
μαντευμάτων τε θεσπεσίων δοτῆρα καὶ τελεσσιε[πῆ] θεοῦ ἄδυτον Pae. 7.2
σέ τε καὶ ῥαδ[ Πα. 7. d. 2.τά τ' ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83
ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν (Blass: πτανὸν ἀνδράσι codd. Dion. Hal.)Πα... Ἐλείθυιά τε καὶ Λάχεσις Pae. 12.17
τ]ριπόδεσσί τε καὶ θυσίαις fr. 59. 11. πρὶν μὲν ἕρπε σχοινοτένειά τ' ἀοιδὰ διθυράμβων καὶ τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. βαθύζωνόν τε Λατὼ καὶ θοᾶν ἵππων ἐλάτειραν fr. 89a. 2. Πειθώ τ' ἔναιεν καὶ Χάρις fr. 123. 14. Ἀπόλλωνί τε καὶ[ fr. 140b. 10. ] ραί τε καὶ υ[ fr. 215. 9. τόλμα τέ μιν ζαμενὴς καὶ σύνεσις fr. 231. emphasised, both — and, ξένον μή τιν' ἀμφότερα καλῶν τε ἴδριν ἅμα καὶ δύναμιν κυριώτερον ( ἀλλὰ coni. Hermann) O. 1.104ἀμφότερον μάντιν τ' ἀγαθὸν καὶ δουρὶ μάρνασθαι O. 6.17
ἀμφότερον δαπάναις τε καὶ πόνοις I. 1.42
once joining finite verbs,ἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων, καὶ τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον I. 1.19
—20. irregularly coordinated,ἄγοντι δέ με νῖκαι, ὦ Μεγάκλεες, ὑμαί τε καὶ προγόνων P. 7.18
συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.33
—6.οἶά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν I. 1.24
—5.ζώων τ' ἀπὸ καὶ θάνων I. 7.30
Κλεάνδρῳ τις ἀνεγειρέτω κῶμον, Ἰσθμιάδος τε νίκας ἄποινα, καὶ Νεμέᾳ ἀέθλων ὅτι κράτος ἐξεῦρε I. 8.4
[ἀνατεί τε] καὶ ἀπριάτας ἔλασεν (H. J. Mette: ἀναιρεῖται καὶ codd. Aristidis contra metr.) fr. 169. 8. explicative / appositional, ἐγγυάσομαι ὔμμιν, ὦ Μοῖσαι, φυγόξεινον στρατὸν μήδ' ἀπείρατον καλῶν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι ( δὲ καὶ v. l.) O. 11.19 Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων fr. 169. 2. cf. P. 9.452 in enumeration.a A τε καὶ B Cτε φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν O. 3.8
“ μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημ' ἀγρούς τε πάντας” P. 4.148ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101
—2.ἀλλά με Πυθώ τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει Ἀλεύα τε παῖδες P. 10.4
ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν Δαρδάνων τε N. 3.60
—1.τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9
Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε N. 4.75
κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι πόνων τ ἄπειροι fr. 143.b A τε καὶ B καὶ C ( καὶ...) “ὅσσα τε χθὼν ἠρινὰ φύλλ' ἀναπέμπει, χὠπόσαι ψάμαθοι κλονέονται χὤ τι μέλλει, χὠπόθεν ἔσσεται, εὖ καθορᾷς” P. 9.45 ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισιν τε γλυκερὸν καὶ Διωνύσοιο καρπῷ καὶ κυλίκεσσιν Ἀθαναίαισι κέντρον fr. 124. 3. ἄστρα τε καὶ ποταμοὶ καὶ κύματα πόντου fr. 136.c μέν τε καί, v.μέν τε O. 4.14
C emphatic, non-copulative, v. also D. 1. infra.1 καί means even.καὶ ἄπιστον ἐμήσατο πιστὸν ἔμμεναι O. 1.31
ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31
[ θαμὰ καὶ ( θαμάκι v. l.) O. 4.27]ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν O. 5.16
ὄφρα ἵκωμαι πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος O. 6.25
αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ παρέπλαγξαν καὶ σοφόν O. 7.31
τεθμὸς δέ τις ἀθανάτων καὶ τάνδ' ἁλιερκέα χώραν παντοδαποῖσιν ὑπέστασε ξένοις O. 8.25
τράπε δὲ Κύκνεια μάχα καὶ ὑπέρβιον Ἡρακλέα O. 10.15
δάμασε καὶ κείνους. (Boeckh: κἀκείνους codd.) O. 10.30 ἤτοι καὶ τεά κεν ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν O. 12. 13.ἤτοι καὶ ὁ καρτερὸς ὁρμαίνων ἕλε Βελλεροφόντας O. 13.84
σὺν δὲ κείνῳ καί ποτ' Ἀμαζονίδων βάλλων γυναικεῖον στρατὸν O. 13.87
σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν P. 1.52
εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει P. 1.87
ἀλλὰ κέρδει καὶ σοφία δέδεται P. 3.54
ἔτραπεν καὶ κεῖνον (Boeckh: κἀκεῖνον codd.) P. 3.55ἐπὶ καὶ θανάτῳ P. 4.186
καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον P. 4.265
ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν δεῖσαι καὶ ἀφαυροτέροις P. 4.272
αὔξεται καὶ Μοῖσα δἰ ἀγγελίας ὀρθᾶς P. 4.279
κεῖνόν γε καὶ βαρύκομποι λέοντες περὶ δείματι φύγον P. 5.57
κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν ἔννεπεν P. 9.95
ἔτι καὶ μᾶλλον P. 10.57
ἔμπα καἴπερ ἔχει βαθεῖα ποντιὰς ἅλμα μέσσον, ἀντίτειν' ἐπιβουλίᾳ (Christ: καίπερ codd.) N. 4.36κεῖνος καὶ Τελαμῶνος δάψεν υἱὸν N. 8.23
ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν where καί emphasizesκάματον N. 8.50
ἦν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι, καὶ πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27
καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει μοῖρα N. 11.42
τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι I. 1.2
ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων I. 4.31
ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15
ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.60
ἤτοι καὶ ἐγὼ σκόπελον ναίων Pae. 4.21
εἰ καί τι Διωνύσου ἄρουρα φέρει, ἄνιππός εἰμι though Pae. 4.252 where καί means also.ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
Μοῖρ' θεόρτῳ σὺν ὄλβῳ ἐπί τι καὶ πῆμ ἄγει O. 2.37
ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος O. 7.45
Ἐρατιδᾶν τοι σὺν χαρίτεσσιν ἔχει θαλίας καὶ πόλις O. 7.94
ἐοικότα γὰρ καὶ τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν (v. l. ἐν καὶ: κἀν Mosch.) P. 1.35Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58
ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ P. 2.36
ὅθεν φαμὶ καὶ δὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν P. 2.64
σοφοὶ δέ τοι κάλλιον φέροντι καὶ τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13
ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος P. 6.28
ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102
ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ἀγὼν κρατησίποδα Φρικίαν P. 10.15
ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.17
ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν N. 4.32
σὺν δὲ τὶν καὶ παῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κλιθεὶς εὔδοξος ἀείδεται N. 7.7
ἐχθρὰ δ' ἄρα πάρφασις ἦν καὶ πάλαι N. 8.32
“καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξ” N. 10.77ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40
ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63
ἔτι καὶ Πυθῶθεν I. 1.65
κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ I. 4.44
ἐν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54
πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέφανον I. 7.51
ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν sc. as well as to men I. 8.59ἐπεὶ περικτίονας ἐνίκασε δή ποτε καὶ κεῖνος I. 8.65
θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς καὶ χάριν ἀοιδᾷ φυτεύει fr. 141.3 emphatic, where neither of the two previous meanings seems applicable.a emphasizing subs., adj.καί πού τι καὶ βροτῶν φάτις O. 1.28
σέο ἕκατι καὶ μεγασθενῆ νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων I. 5.2
φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας (others interpr. καὶ as copulative) I. 8.47ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί I. 8.26
ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ὁ δὲ κηλεῖται χορευοίσαισι κα[ὶ θη]ρῶν ἀγέλαις (supp. Housman) Δ. 2. 22. esp. subs. prop.,ἦλθε καὶ Γανυμήδης O. 1.44
ἀνταγόρευσεν καὶ Πελίας P. 4.156
ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον P. 9.79
λαὸν θαμὰ δὴ καὶ Ὀλυμπιάδων φύλλοις ἐλαιᾶν χρυσέοις μιχθέντα N. 1.17
αἰνέω καὶ Πυθέαν I. 5.59
κώμαζ' ἔπειτεν ἁδυμελεῖ σὺν ὕμνῳ καὶ Στρεψιάδᾳ I. 7.21
other exx. under c. α. infra.b preceding demonstrative.εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86
καὶτόδε συνθέμενος ῥῆμα P. 4.277
ἐξύφαινε, γλυκεῖα, καὶ τόδ' αὐτίκα, φόρμιγξ, Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ μέλος N. 4.44
I relative.Ἄργει δ' ὅσσα καὶ ἐν Θήβαις O. 13.107
θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50
οἶα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20
οἵτε καὶ P. 3.89
ἔνθα καὶ P. 4.253
ὃ καὶ P. 5.63
[ τῷ καὶ (codd.: καὶ del. Pauw.) P. 5.69]ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας P. 12.31
ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι N. 2.1
ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἷλε N. 3.34
τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.36
οἷοι καὶ Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον ἀμφεπόλησαν N. 8.6
ὅσπερ καὶ Κινύραν ἔβρισε πλούτῳ N. 8.18
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
ὅν τε καὶ κάρυκες ὡρᾶν ἀνέγνον I. 2.23
ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον I. 5.35
ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23
ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε πεδίον I. 8.49
ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34.II demonstrative.τὸ καὶ ἀνδρὶ πάρεστι Συρακοσίῳ O. 6.17
τὸ καὶ κατεφάμιξεν O. 6.56
τῶ καὶ ἐγὼ καίπερ ἀχνύμενος θυμόν I. 8.5
τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61
cf. I. 8.26d with temporal adv.τότε καὶ φαυσίμβροτος δαίμων Ὑπεριονίδας O. 7.39
καὶ τότε γνοὺς P. 3.31
μετὰ καὶ νῦν P. 4.64
cf. I. 8.61καὶ νῦν N. 5.43
[ καὶ νῦν (v. l. καί νυν) N. 6.8] ἐνῆκεν καὶ ἔπειτ[ Παρθ. 2.. καὶ τότ' ἐγὼ fr. 168. 4. v. also νῦνe emphasizing prepositional phrases, cf. E infra.ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ P. 5.47
“εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέω” P. 9.50πλεῖστα νικάσαντά δε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος εἶδον P. 9.97
γλυκύ τι δαμωσόμεθα καὶ μετὰ πόνον I. 8.8
οἶαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2. 7.f with dependent infinitive phrase.γλυκεῖα δὲ φρὴν καὶ συμπόταισιν ὁμιλεῖν P. 6.53
πράσσει χρέος, αὖτις ἐγεῖραι καὶ παλαιὰν δόξαν ἑῶν προγόνων P. 9.105
ἐγὼ δ' ἀστοῖς ἁδὼν καὶ χθονὶ γυῖα καλύψαι (sc. εὔχομαι) N. 8.384 in comparisons.aὡς εἰ καί, ὥτε καί. φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ, καὶ ἐγὼ νέκταρ χυτόν ἀνδράσιν πέμπων ἱλάσκομαι O. 7.7
ἀλλ' ὥτε παῖς, καὶ ὅταν O. 10.91
bοὕτω καί. ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται· οὕτω δὲ καὶ πίτνει χαμαί P. 8.93
καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει N. 11.42
cοἷος καί. ἤρατο τῶν ἀπεόντων· οἶα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20
τῶν ἀρειόνων ἐρώτων. οἷοι καὶ Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον ποιμένες ἀμφεπόλησαν N. 8.6
d ἐπεὶ ψάμμος ἀριθμὸν περιπέφευγεν, καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο; O. 2.99ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων τὰ πόλλ' ἀοιδοὶ ἄρχονται, καὶ ὅδ ἀνὴρ N. 2.3
, cf. P. 10.67 D in combination with other particles.1 δὲ καίa where καί means evenφύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαί P. 4.25
κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας P. 1.12
βία δὲ καὶ μεγάλαυχον ἔσφαλεν ἐν χρόνῳ P. 8.15
θανόντων δὲ καὶ φίλοι προδόται (Bergk: λόγοι φίλοι codd.) fr. 160.b where καί means alsoἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.14
δαέντι δὲ καὶ σοφία μείζων ἄδολος τελέθει O. 7.53
ἔστι δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος O. 8.77
οἱ δ' Ἀρκάδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.68
ἄλλαι δὲ δὔ χάρμαι, τὰ δὲ καὶ Νεμέας κατὰ κόλπον O. 9.87
τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ O. 13.55
τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26
μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.20
τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28
χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω, ῥαίνω δὲ καὶ ὕμνῳ bis. P. 8.56—7.πολλοὶ ἀριστῆες, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.
108.ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών N. 3.74
πρόφρων δὲ καὶ κείνοις ἄειδ' ἐν Παλίῳ Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.22
ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54
μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.43
ἔστι δὲ καὶ κόρος ἀνθρώπων N. 10.20
ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι N. 10.25
τρὶς μὲν τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ N. 10.28
ἐν Ἰσθμῷ Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν I. 5.18
μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71
αἰνέων Μελέαγρον, αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα Ἀμφιάρηόν τε I. 7.32
κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1
διαγινώσκομαι μὲν γινώσκομαι δὲ καὶ μοῖσαν παρέχων ἅλις Pae. 4.23
μνάσει δὲ καί τινα Pae. 14.35
τέρπεται δὲ καί τις ἐπ' οἶδμ ἅλιον ναὶ θοᾷ διαστείβων fr. 221. 4. N. B. anaphora O. 9.68, P. 9.108, N. 10.28, I. 6.71, I. 7.32, I. 9.1c where καί is generally emphatic. τῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα (= αὖ, Gr. Part., 305 P. 6.44 ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ μοῖρα and two are the victories that M. has I. 3.9 ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ Πειθώ τ ἔναιεν ( précisement van Groningen) fr. 123. 13. σοφοὶ δὲ καὶ τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος αἴνησαν περισσῶς fr. 35b. where δὲ is separated fromκαί; εἰ δ' αὐτὸ καὶ θεὸς ἀνέχοι N. 7.89
2 combined with particles other particles than δέ. a. καί ῥα v. ῥα. b. καί νυν v. νυν. c. καὶ γάρ v. γάρ. d. καὶ μάν v. μά ν. e. καίτοι v. τοι f. καίπερ v. καίπερ [g. καί τε is not a genuine combination of particles, in spite of apparent exx. I. 2.19 coni., I. 2.23, I. 4.25—6, I. 7.32—3.] E position of καί: 1. the position of emphatic καὶ is sometimes between prep. and subs., cf. C. 3. e supra:ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
ἐπὶ καὶ θανάτῳ P. 4.186
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102
ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. cf. fr. 123. 13. This usage is irregularly applied to copulative καί:ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26
θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις (Tricl.: ἔν τε, ἔν τε καὶ codd.) P. 10.58 πέσε δ (sc. κῦμ' Ἀίδα)ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντα N. 7.31
ζώων τ' ἀπὸ καὶ θανών I. 7.30
2 irregular position of καί. dub. exx.a copulative. ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμὰν / καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ( καί coni. Ahlwardt: τε codd.: ὀξ. σχ. καὶ δειν. coni. Wil.) N. 4.64 [ καὶ coni. Ahlwardt, τ codd. P. 10.69]b emphatic. δελφῖνι καὶ τάχος δἰ ἅλμας ἶσον κ' εἴποιμι Μελησίαν (Schr. e Σ: κεν codd.: κ add. Wil., om. codd: “nicht ein umgestelltes “und” sondern “auch” wie die Σ auch verstehen.” Wil.) N. 6.64 F in crasis.κἀσόφοις O. 3.45
κἀγοραὶ O. 12.5
χὠπόταν χὤταν P. 2.87
—8.κοὔ P. 4.151
τε κἀγαθῷ P. 8.100
κἀνθρώποις P. 9.40
χὠπόσαι χὤ τι χὠπόθεν P. 9.46
—8. καἴπερ (coni. Christ: καίπερ codd.) N. 4.36 κἀν (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59 κεἴ fr. 4. κἀγχερριθ[ Πα. 22. i. 3. G fragg.καὶ θυόε[ντα Pae. 3.8
]καί ποτε[ Pae. 6.73
]σεκαι[ Πα. 7B. 2. ]καὶ χ[ Pae. 10.2
]καὶ χρυσο[ Pae. 10.10
καὶ τα[Πα. 13d. 8. ]τε καὶ ἁνίκα ναύλοχοι[ Pae. 18.9
]καί νιν ορει[ Πα. 22a. 1. ]αμα καὶ στρατιὰ[ Δ. 3. 11. ]τηρκαιε[ Δ. 4. d. 3. καὶ λιπαρῷ fr. 204. ] σκαιλυ[ fr. 215b. col. 2. 4. -
8 ἀχεύω
A grieving, mourning,ὀδυρόμενος καὶ ἀχεύων Il.9.612
, Od.2.23;κεῖτ' ἀχέων Il.2.724
;ἀχέουσά περ ἔμπης Od.15.361
, cf. Sapph.Supp.1.11: c. acc., κῆρ ἀχέων grieving in heart, Il.5.399; θυμὸν ἀχεύων ib. 869, 18.461, Hes. Op. 399: c. neut. Adj.,πυκινόν περ ἀχεύων Od.11.88
;μέγ' ἀχεύων 16.139
: c. gen. causae, τῆς ἀχέων sorrowing for her, Il.2.694, 18.446;Ὀδυσσῆος μέγ' ἀχεύων Od.16.139
; soἕνεκ' ἀλλοτρίων ἀχέων Il.20.298
;τοῦγ' εἵνεκα θυμὸν ἀχεύων Od.21.318
; laterἐπὶ σφετέροις ἀχέουσα παισί A.R.3.643
.II other forms (chiefly [dialect] Ep.):1 in causal sense, vex, annoy, redupl. [tense] aor. 2 [full] ἤκᾰχε (but part. ἀκαχών intr., grieving, Hes.Th. 868): hence redupl. [tense] pres. ἀκᾰχίζω, [tense] fut. ἀκαχήσω, [tense] aor. 1 ἀκάχησα: c. acc. pers.,μέγα δ' ἤκαχε λαόν Il.16.822
, cf. Od.16.427; ἐμὲ μεγάλως ἀκαχίζεις ib. 432; θανὼν ἀκάχησε τοκῆας by his death, Il.23.223;ἑ μάλιστα ἤκαχ' ἀποφθιμένη Od.15.357
;ἀκαχήσεις μηλοβοτῆρας h.Merc. 286
.2 [voice] Pass., [full] ἄχομαι, [full] ἄχνῠμαι, [full] ἀκᾰχίζομαι, imper. ἀκαχίζεο, -ίζεν, Il.6.486, Od. 11.486: [tense] pf.ἀκάχημαι 8.314
, [dialect] Ep. [ per.] 3pl. ἀκηχέδαται (with v.l. ἀκηχέαται) Il.17.637; imper.ἀκάχησο A.R.4.1324
; inf.ἀκάχησθαι Il.19.335
; part. ἀκαχήμενος (accent. as a [tense] pres.) ib. 312, [dialect] Ep. alsoἀκηχέμενος 5.364
, 18.29: [tense] plpf.ἀκαχήατο 12.179
: [tense] aor. 2, [ per.] 3pl.ἀκάχοντο Od.16.342
; opt. ἀκαχοίμην, -οιτο, -οίμεθα, 1.236, Il.13.344, 16.16, etc.:—in later [dialect] Ep. [tense] pres. ἀκάχονται, [tense] impf. ἀκάχοντο, Q.S.3.224, 5.652:—Constr.: abs.,ἄχομαι Od.18.256
, 19.129;ἄχνυται Il. 18.62
; ἀχνύμενος, like ἀχέων or ἀχεύων, 1.103, 241, etc.;ἀχνυμένῃ κραδίῃ 24.584
;ἀχνύμενος κῆρ 7.428
, 431, etc.;ἀκαχήμενος ἦτορ Od. 9.62
, etc.;θυμὸν ἀκηχέμεναι Il.18.29
;ἀκαχήατο θυμόν 12.179
: less freq. c. dat.,ἀκαχίζεο θυμῷ 6.486
; alsoκῆρ ἄχνυται ἐν θυμῷ, ἄχνυτο.. θυμὸς ἐνὶ στήθεσσιν 6.524
, 14.38: c. gen. causae, grieve for, sts. with a part., ἀχνύμενός περ ἑταιροῦ, υἷος ἑοῖο, etc., 8.125, 24.550, etc.;σεῖο.. ἀχνύμεθα φθιμένοιο Od.11.558
, cf. 14.376, Il.16.16; less freq. c. dat.,οὔ κε θανόντι περ ὧδ' ἀκαχοίμην Od.1.236
;ἀχνυμένη περὶ παιδί h.Cer.77
: later c. acc., lament,τὸ δ' ἄχνυμαι Pi.P.7.16
;ἀχνύμενος μόρον Ἀντιγόνης S.Ant. 627
: with part.,ὁρόων ἀκάχημαι Od.8.314
, cf. Il.17.637;μή τι θανὼν ἀκαχίζευ Od.11.486
, cf. Il.6.486.—Once in Trag., S.l.c.; never in Prose.------------------------------------A utter, h.Cer.479, prob.l. in h.Hom.19.18;ἣν ἄτην ἀχέων Hes.Sc.93
codd.; ὕμνον ἀχέων lon Trag.39: [tense] fut.ἀχήσεται Trag.Adesp.237
.------------------------------------ -
9 θανατόω
θανατόω fut. θανατώσω; 1 aor. ἐθανάτωσα. Pass.: 1 fut. θανατωθήσομαι; 1 aor. ἐθανατώθην; pf. τεθανάτωμαι LXX (s. prec. entry; Aeschyl., Hdt. et al.; LXX; TestSol 20:5; 22:20 P; Philo, Joseph., Test12Patr, Just.)① to cause cessation of life, put to death lit. τινά kill someone, hand someone over to be killed, esp. of the death sentence and its execution (as X., An. 2, 6, 4; Pla., Leg. 9, p. 872c; Aelian, VH 5, 18; Ex 21:12ff; Sus 28; 1 Macc 1:57; 4 Macc 8:25) Mt 10:21; 26:59; 27:1; Mk 13:12; 14:55. The obj. acc. is easily supplied in θανατώσουσιν ἐξ ὑμῶν they will put some of you to death Lk 21:16. Pass. 2 Cor 6:9 (for the wordplay ἀποθνῄσκοντες … καὶ μὴ θανατούμενοι dying … but not under penalty of death cp. Ps.-Callisth. 1, 33, 11 p. 36, 21 θανὼν καὶ μὴ θανών); 1 Pt 3:18; 1 Cl 12:2; B 12:2; Dg 5:12. Be in danger of death Ro 8:36 (Ps 43:23.—Vi. Aesopi W 9 P. of ill treatment over a period of time: κατὰ πᾶσαν ἀποκτείνεις ἡμέραν).② to cause total cessation of an activity, put to death, extirpate (Lycurgus 61 πολεώς ἐστι θάνατος ἀνάστατον=destruction spells a city’s death) fig. ext. of 1 τὶ someth. τὰς πράξεις τοῦ σώματος Ro 8:13.③ to cause death that transcends the physical, bring deathⓐ of spiritual or eternal death 1 Cl 39:7 (Job 5:2); Hs 9, 20, 4. θ. τινὰ ἔν τινι bring death to someone by someth. m 12, 1, 3; cp. 12, 2, 2.ⓑ of the death that the believer dies through mystic unity w. the body of the crucified Christ; τῷ νόμῳ (dat. of disadvantage) Ro 7:4 (on rabb. associations s. WDiezinger, NovT 5, ’62, 268–98).—DELG s.v. θάνατος. EDNT. TW. -
10 πληρόω
πληρόω, vollmachen, füllen, τί τινος, Her. 3, 123; pass. voll sein; πνεύμασι πληρούμενοι, Aesch. Spt. 446, vgl. Eum. 540; πληροῠσιν πυράν, Eur. Hec. 574; κρατῆρα, Ion 1192; auch εἰς ἄγγος τι, I. T. 954; πληροῖ αὐτὰ ὥςπερ οἱ ἐπαντλοῦντες, Plat. Phaed. 112 a; φρονήματος πληροῠται, Polit. 290 d; κενούμενος ἐρᾷ πληροῠσϑαι, Phil. 35 a; γνώμη ἀκουσμάτων, Isocr. 1, 12; insbes. – a) Schiffe bemannen; τριήρεις, Ar. Plut. 172; ναῦν, Her. 7, 168. 8, 146; Thuc. 6, 30; Isocr. 4, 90, öfter; Pol. 5, 3, 3; auch pass., τὰς ἀεὶ πληρουμένας ναῦς ἐξέπεμπον, Thuc. 3, 77; bei Xen. Hell. 6, 2, 14 so auch im med. gebraucht, für sich; Isae. 11, 48; ähnlich πληροῠτε ϑωρακεῖα, Aesch. Spt. 32. – b) ein Weib schwängern, Ar. H. A. 6, 20. – c) mit Speisen anfüllen, sättigen, befriedigen; εὐόχϑου βορᾶς ψυχὴν ἐπλήρουν, Eur. Ion 1170; auch übertr., ϑυμόν, seine Lust büßen, Valck. Eur. Hipp. 1327; Plat. Phil. 324 b; τὰς ἐπιϑυμίας, Gorg. 494 c, u. öfter; Folgde, wie Pol. 4, 63, 3, τὸν ἴδιον ϑυμόν, 23, 13, 7; πληρωϑῆναι, gesättigt sein, 7, 15, 9. – d) eine Zahl voll machen, vollzählig machen; Her. 7, 29; πληρουμένης τῆς ἐκκλησίας, Ar. Eccl. 89, wenn sie vollzählig geworden; τὰ δικαστήρια ἐπληρώϑη, Is. 6, 37; vgl. Dem. 21, 209; οἱ πληροῠντες τὴν βουλήν, τὸν χορόν, die vollzähligen Mitglieder des Rathes, des Chors, Sp. Aehnlich auch πολλοὶ ἐπληρώϑημεν, Eur. I. T. 306, wir kamen vollzählig zusammen. – el eine Pflicht erfüllen, eine Schuld abtragen, ϑανὼν τροφεῖα πληρώσει χϑ ονί, Aesch. Spt. 459; τὴν χρείαν, Thuc. 1, 70; τὴν ἐπαγγελίαν, Arr. Epict. 3, 23; τὰς ὑποσχέσεις, Hdn. 2, 7, 9; N. T., z. B. ἵνα πληρωϑῇ τὸ ῥηϑὲν διὰ τοῠ προφήτου, in Erfüllung gehen, Matth. 1, 22; auch νόμον πληρῶσαι, im Ggstz von καταλῠσαι, 5, 16. – Auch intrans., vollständig sein, ἡ ὁδὸς πληροῖ ἐς τὸν ἀριϑμὸν τοῦτον, der Weg trifft vollständig auf diese Zahl, hat gerade die angegebene Länge, Her. 2, 7.
-
11 τροφεῖον
τροφεῖον, τό, 1) Kostgeld, Lohn für Ernährung u. Erziehung, Ammen- od. Erzieherlohn; ϑανὼν τροφεῖα πληρώσει χϑονί Aesch. Spt. 459; τροφεῖα δεσπόταις ἀποδούς Eur. Ion 852; El. 626; τὰ τροφεῖα ἐκτίνειν, Plat. Rep. VII, 520 b, wie Luc. Dem. enc. 1. – 2) βίου τροφεῖα, Lebensunterhalt, Soph. O. C. 341.
-
12 τυραννικός
τυραννικός, zum Tyrannen, unbeschränkten Herrscher gehörig, ihn betreffend, ihm eigen, tyrannisch, despotisch, auch übh. königlich; ἄδην ἔλειξεν αἵματος τυραννικοῦ, Aesch. Ag. 802; τρόποισιν οὐ τυραννικοῖς ϑανών, Ch. 472; δόμος, Eur. Med. 740; στέγαι, Andr. 883, u. öfter; τυραννικὰ φρονεῖν, Ar. Vesp. 507; ὁ τυραννικὸς ἀνήρ, βίος, Plat. Phaedr. 248 e, u. öfter; ἐπίταγμα, Legg. IV, 722 e; τυραννικώτατος φύσει ὤν, Rep. IX, 576 b; καὶ κακοῦργος, Xen. Mem. 1, 2, 56.
-
13 φροῦδος
φροῦδος, 3, auch 2 Endgn (zsgz. aus πρὸ ὁδοῦ, wie φροίμιον aus προοίμιον), fürder des Weges, fort, hinweg; φροῦδός ἐστι, er ist fort, entflohen (vgl. Il. 4, 382 οἱ δ' ᾤχοντ' ἠδὲ πρὸ ὁδοῦ ἐγένοντο), Aesch. Suppl. 843; Soph. Phil. 557 u. oft; φροῦδος ἦν πλέων εἰς – Antiph. 5, 29; φροῦδοι ἐξῳκισμένοι Ar. Av. 197; φροῦδος αὐτὸς εἶ ϑανών Eur. El. 1152. – Auch von Sachen, ἐλπίδες φροῦδοι Eur. Ion 866, die Hoffnungen sind entschwunden; φρούδη μὲν αὐδή, φροῦδα δ' ἄρϑρα, die Stimme ist weg, die Füße sind dahin, versagen ihre Dienste, Androm. 1078; φρούδου κακοῦ Soph. Ai. 257. Andere Casus scheinen nicht vorzukommen. – Adv. φρούδως.
-
14 φῶς
φῶς, τό, gen. φωτός, zsgz. aus φάος, τὰ φῶτα hat Strab., u. E. M. auch dat. sing. φῷ für φωτί, – das Licht; das Tageslicht, das Lebenslicht, εἰς φῶς ἔρχεσϑαι, an's Licht, an's Licht der Welt kommen, εἰς φῶς ἄγειν, an's Licht bringen; πέμψατ' ἔνερϑεν ψυχὴν ἐς φῶς Aesch. Pers. 622; vgl. Soph. πεισϑήσομαι γὰρ κἀξ Ἅιδου ϑανὼν πρὸς φῶς ἀνελϑεῖν, Phil. 621; u. in anderer Uebertragung, δεῖ δ' αὐτὸν λέγειν εἰς φῶς ὃ λέξει 577 (s. φάος); φῶς γίγνεται, es wird Tag, Plat. Prot. 311 a; Aesch. Ag. 270; Soph. O. R. 1183; ἕως ἔτι φῶς ἐστιν Plat. Phaed. 89 c; ἐκ φωτὸς εἰς σκότος μεϑισταμένων Rep. VIII 518 a; ὡς φῶς οὐ δέον ὁρᾶν αὐτά Phil. 66 a; φῶς ποιεῖν Xen. Hell. 6, 2,17; κατὰ φῶς, bei Tage, Cyr. 3, 3,25.
-
15 κτείνω
κτείνω, fut. κτενῶ, ep. κτενέω, ion. κτανέω, Her.; so Hom. nur partic. κτανέοντα, Il. 18, 309 (s. κατακτείνω); aor. ἔκτεινα, mehr poetisch aor. II. ἔκτανον; perf. ἔκτονα, später ἔκτακα und ἐκτόνηκα, bes. in den compp. ἀποκτείνω und κατακτείνω; perf. pass. ἔκταμαι, aor. ἐκτάϑην, Sp., auch ἐκτάνϑην, D. C. 65, 4 u. Aenigm. 34 (XIV, 32); ep. aor. sync. ἔκτα (dies auch Soph. Tr. 38, wie Eur. Herc. F. 423), u. plur. ἔκταν, inf. κτάμεν u. κτάμεναι, partic. κτάς, conj. κτέωμεν, Od. 22, 216; aor. syncop. med. mit passiver Bdtg κτάσϑαι u. κτάμενος, Hom.; auch Pind. frg. 217; Aesch. Ch. 795 Pers. 887; ἔκταϑεν ist ep. = ἐκτάϑησαν, Il. 11, 691 Od. 4, 537; vgl. καίνω u. ἀποκτείνω; – tödten, erschlagen, morden, gew. von Menschen, Hom. u. Folgende; Aesch. hat häufiger ἔκτανον als ἔκτεινα, wie auch Soph. dem ὁ ϑανών ein ὁ κτανών entggstzt, Phil. 336, und κτανεῖν ϑανεῖν τε verbindet, O. C. 1390; – auch von der bloßen Absicht, tödten wollen, Od. 9, 408; vgl. Soph. O. C. 993 Ai. 1126; – seltener vom Tödten od. Schlachten eines Thieres, Il. 15, 587 Od. 12, 379. 19, 543; – auch wie bei uns »umbringen«, »zu Grunde richten«, von der Liebe, Soph. El. 197 u. Sp.; ἓν κτενεῖ σ' ἔπος Eur. Med. 585. – In Prosa sind die Compp. ἀποκτείνω u. κατακτείνω (ἔκτεινον Xen. An. 2, 5, 32), u. für das pass. ἀποϑνήσκω üblicher.
-
16 ζωός
-
17 κατ-αντίος
-
18 κεύθω
κεύθω, κεύσω, aor. II. ἔκυϑον, wozu der conj. κεκύϑω gehört, Od. 6, 303, perf. κέκευϑα mit Präsensbedeutung, s. unten; – 1) bergen; – a) in sich fassen; ὁπότ' ἄν σε δόμοι κεκύϑωσι καὶ αὐλή, aor. in der Bedeutung des Anfangens, wenn Hof und Haus dich aufgenommen haben werden, d. i. wenn du im Hause bist, Od. 6, 303; νίψαι καϑαρμῷ τήνδε τὴν στέγην ὅσα κεύϑει Soph. O. R. 1229; εἴπερ τόδε κέκευϑεν αὐτὸν τεῠχος El. 1109, von dem Aschenkruge; ἃ δὲ κέκευϑε δέλτος ἐν πτυχαῖς Eur. I. A. 112. Daher von dem Grabe, das den Todten umschließt, in sich verbirgt, ὃν οὐδὲ κατϑανόντα γαῖα κεύϑει Aesch. Prom. 570; ähnl. λέβητος χαλκέου πλευρώματα σποδὸν κέκευϑεν ἀνδρός Ch. 676; ὧν ἥδε κεύϑει σώματ' Ἰδαία κόνις Eur. Hec. 325; oft in Grabschriften, Anth.; so auch Od. 3, 16 ὅπου κύϑε γαῖα, wo deinen Vater die Erde in ihren Schoß aufnahm, d. i. wo er begraben liegt; pass., εἰςόκεν αὐτὸς ἐγὼν Ἄϊδι κεύϑωμαι, bis ich in der Unterwelt verborgen, begraben bin, Il. 23, 244. – b) verbergen, verhehlen, verschweigen; δόλῳ δ' ὅγε δάκρυα κεῦϑε Od. 19, 212; μηδὲ σὺ κεῠϑε νοήμασι κερδαλέοισιν 8, 548; vgl. Il. 9, 313 ὅς χ' ἕτερον μὲν κεύϑει ἐνὶ φρεσίν, ἄλλο δὲ βάζει; εἰπέ μοι εἰρομένῃ, τί νύ τοι νόος ἔνδοϑι κεύϑει Od. 24, 473; οὐκέτι κεύϑετε ϑυμῷ βρωτὺν οὐδὲ ποτῆτα 18, 406, d. i. ihr verhehlet nicht, daß ihr euch in Speis' u. Trank übernommen habt; c. acc. der Person, vor Einem verborgen halten, verschweigen, δαήσεαι οὐδέ σε κεύσω 3, 181; vgl. ὅ μιν κύϑε φώριον ἄγρην Eratosth. bei Schol. Ap. Rh. 3, 802; – μὴ κεύϑετ' ἔνδον καρδίας, verbergt es nicht in eurem Herzen, Aesch. Ch. 100; ἐντὸς ὀμμάτων γέλων κεύϑουσα 728; κρυφῇ δὲ κεῦϑε Soph. Ant. 85; κακόν τι κεύϑεις καὶ στέγεις ὑπὸ σκότῳ Eur. Phoen. 1220; sp. D., wie Theocr. 1, 50. – Das perf. hat Präsensbdtg, in sich verborgen halten; ὅσσα πόλις ἤδε κέκευϑεν Il. 22, 118; ἥν τινα μῆτιν ἐνὶ στήϑεσσι κέκευϑεν Od. 3, 18; so das plusqpf. 9, 348; Anth., z. B. IX, 188. – 2) bei den Tragg. auch intraus., verborgen sein; bes. von den Todten; ὁ δὲ ϑανὼν κεύϑει κάτω δὴ γῆς Soph. O. R. 968; Ἅιδᾳ κεύϑων Ai. 622; häufiger im perf., κεκευϑὼς πολεμίας ὑπὸ χϑονός Aesch. Spt. 570, μητρὸς δ' ἐν Ἅιδου καὶ πατρὸς κεκευϑότοιν Soph. Ant. 902, vgl. O. C. 1520. – S. auch κρύπτω.
-
19 κεῖμαι
κεῖμαι (ΚΕΩ, vgl. κείω), κεῖσαι, auch κεῖαι, H. h. Merc. 254, κεῖται, ion. κέεται, Her., bei Luc. de dea Syr. κέαται; κεῖνται, ep. u. ion. (κείαται u.) κέαται, Il. 16, 24 u. öfter, κέονται, Od. 16, 232 Il. 22, 510; conj. κέωμαι, κῆται, 19, 32 Od. 2, 102, wofür Buttmann κεῖται als alte Conjunctivsorm beibehalten wollte; inf. κεῖσϑαι, ion. κέεσϑαι, Hippocr., partic. κείμενος. – Impf. ἐκείμην, ἔκειτο u. κεῖτο, Hom. auch κέσκετο, Od. 21, 41; ἔκειντο, κείατο, Il. 11, 192 u. öfter; auch κέατο, 13, 763. – Fut. κείσομαι, dor. κεισεῦμαι, Theocr. 3, 53. – 1) liegen, sowohl von Menschen u. Thieren, als von leblosen Dingen; – a) schlafend daliegen, schlafen, ruhen, Hom. u. Folgde; auch müssig daliegen, rasten, unthätig, unbeschäftigt sein, Il. 2, 688. 7, 230. 18, 121 u. sonst. – b) schwach, ohnmächtig, krank, verwundet daliegen, Il. 2, 721. 8, 537. 11, 659. 15, 240. 18, 435 Od. 5, 457. – c) todt daliegen, oft im Hom.; auch von den Begrabenen, κεῖται ϑανών Aesch. Pers. 317, κεῖσαι δ' ἀράχνης ἐν ὑφάσματι τῷδε Ag. 1471, ἐν ταὐτῷ τάφῳ κείσῃ Ch. 882, κεῖται δὲ νεκρὸς περὶ νεκρῷ Soph. Ant. 1225, νεοσφαγὴς κεῖται Ai. 883, κεῖται παρ' Ἅιδῃ Πόλυβος O. R. 972, ἐν Ἅιδο υ κείμενος El. 455, ἐν Ταρτάρῳ Pind. P. 1, 15, οἱ μὲν ἐν χωστοῖς τάφοις κεῖνται πεσόντες Eur. Rhes. 415; Her. 1, 67 u. öfter; Plat. Menex. 242 d; bes. in späterer Prosa, Hdn. 2, 1, 19. 7, 5, 15. – Hingeworfen, hingestreckt sein, von den Ringern, Ar. Nubb. 126; οὐ κειμένῳ πω τόνδε κομπάζεις λόγον Aesch. Eum. 560. – Von verwüsteten Städten, in Schutt u. Trümmern liegen, Sp., wie Lycophr. 252; ἐπανορϑοῦσα εἴ τι τῆς πόλεως ἔκειτο Plat. Rep. IV, 425 a. – d) im dauernden Unglück liegen; Od. 1, 46. 21, 88; πάντων ἄμμορος ἐν βίῳ κεῖται Soph. Phil. 138; ἐν οἵοις κείμεϑ' ἄϑλιοι κακοῖς Eur. Phoen. 1633. – e) weggeworfen, vernachlässigt, verachtet daliegen, Il. 5, 685 Od. 17, 296 u. öfter, bes. von den unbestattet daliegenden Todten; Aesch. ἄναγε μάν, δόμοι, πολὺν ἄγαν χρόνον χαμαιπετεῖς ἔκεισϑ' ἀεί Ch. 964. – 2) von Gegenden, Inseln, Städten, gelegen sein; Od. 7, 244. 9, 25. 10, 196; Aesch. frg. 316; Eur. Bacch. 18; πόλις, Ἀττική, Her. 1, 178. 6, 139; auch umschrieben, ἐν τῇ γῇ κείμενά ἐστι τὰ Σοῦσα, wie unser »ist gelegen«, 5, 49; Thuc. oft, u. Folgde; πόλις αὐτάρκη ϑέσιν κειμένη, eine Stadt von einer sich selbst genügenden Lage, Thuc. 1, 37, wie Hippocr. sagt τὰς πόλιας ταύτας ϑέσιν κέεσϑαι νοσερωτάτην, sie haben eine sehr ungesunde Lage. – Eben so von Sachen = sich an einem Orte befinden, sein; δίφρος, ϑρῆνυς κεῖται, Od. 17, 331. 410; εὐνή, 16, 35; οἶκος, 24, 358; κέσκετο μνῆμα 21, 41; ϑρόνος, κλίνη, χαλκήϊον, Her. 1, 9. 181. 4, 81; δίφρος, Plat. Rep. I, 328 c. – In vielen Vrbdgn entspricht es dem act. τίϑημι u. vertritt die Stelle des perf. pass. τέϑειμαι, gestellt, gelegt sein; εἰς ἀνάγκην κείμεϑα Eur. I. T. 620; εἰς ὀλίγην κεῖται κόνιν Agath. 51 (IX, 677); κεῖμαι εἰς Ἄϊδος εὐνάς Ep. ad. 677 (App. 260); niedergelegt, aufbewahrt u. dah. vorräthig sein; κτήματα, κειμήλια κεῖται ἐν δόμοις u. ä.; oft Hom.; βασιλῆϊ δὲ κεῖται ἄγαλμα Il. 4, 144; ähnl. κείσεταί σοι εὐεργεσία ἐν τῷ ἡμετέρῳ οἴκῳ ἀνάγραπτος Thuc. 1, 129; von der an der Wand hangenden Lyra, Od. 8, 225; von dem unter dem Bauche des Widders hangenden Odysseus, 9, 434; τράπεζαι ἔκειντο Lys. 13, 37; εὐκρινῶς κειμένας χύτρας Xen. Oec. 8, 19. – Uebertr. von Gemüthszuständen, πένϑος ἐνὶ φρεσὶ κεῖται, Trauer ist in, liegt auf der Seele, Od. 24, 423; ϑεῶν ἐν γούνασι κεῖται, es liegt in den Knieen, d. h. in der Macht der Götter, hängt von ihrer Bestimmung, ihrem Willen ab; ἐν ὑμῖν ὡς ϑεῷ κείμεϑα Soph. O. C. 247, wir ruhen in euch, hangen von euch ab, unsere Hoffnungen beruhen auf euch; ἐν γὰρ τῇ κλυτὰ πείρατα κεῖται ἀέϑλων Ap. Rh. 2, 424; ἐν τῇ συγκλήτῳ κεῖται, es steht beim Senat, hängt von ihm ab, Pol. 6, 15, 6; vgl. Schäfer zu D. Hal. de C. V. 439. – Bes. tritt das Verhältniß zu τίϑημι hervor in folgenden Vrbdgn: – a) κεῖται ἄεϑλον, der Kampfpreis ist ausgesetzt, Il. 23, 723; Her. 8, 26. 93; ὅπλων ἔκειτ' ἀγὼν πέρι Soph. Ai. 916; auch νεῖκος, O. R. 490. – b) vom Gesetz; νόμος τοῖς τ' ἐλευϑέροις ἴσος καὶ τοῖσι δούλοις αἵματος κεῖται πέρι, ist gegeben, besteht, Eur. Hec. 292; καινὰ κεῖσϑαι ϑέσμ' ἐν ἀνϑρώποις τανῦν Med. 494; βοηϑεῖν τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις, den bestehenden, vorhandenen Gesetzen, = τοῖς τεϑειμένοις, Ac. Plut. 914; νόμων ὅσοι ἐπ' ὠφελείᾳ τῶν ἀδικουμένων κεῖνται, die zum Nutzen der Beleidigten gegeben worden, Thuc. 2, 37, neben ὅσοι ἄγραφοι ὄντες; oft in Prosa νόμοι, νόμιμα, Plat. Legg. IV, 705 d XI, 930 e Polit. 300 d; νόμοι κεῖνται περί τινος Antiph. 6, 1 u. sonst; auch πάτρια ἔϑη, Plat. Polit. 299 d; auch mit ὑπό verbunden, Xen. Hem. 4, 4, 21, wie Dem. τῷ ὑφ' ἑαυτοῦ πρότερον κειμένῳ νόμῳ τἀναντία ϑεῖναι, 24, 62; νόμος κείμενος dem καινός entgeggstzt, 24, 25, womit Is. 6, 32 zu vgl., ὡς οὐκέτι κέοιτο ἡ συνϑήκη, nicht mehr bestehe; eben so κείμεναι ζημίαι, Lys. 14, 9, die gesetzlich bestimmten, festgesetzten Strafen, wie Thuc. 3, 45; Plat. Legg. X, 909 d, der auch τὰ ἐν γράμμασι τεϑέντα καὶ κείμενα vrbdt, VII, 793 b; das Ausgesprochene, Festgesetzte, ἐπεκύρουν τὰς κειμένας ὑπὸ τῶν ὑπατικῶν γνώμας D. Hal. 7, 47; ὡμολογημένον ἡμῖν κεῖται Plat. Polit. 300 e; τοῦτο ἡμῖν οὕτω κείσϑω, es soll so bestimmt, festgesetzt sein, Soph. 250 e. – Bes. bei Sp. κεῖται παρά τινι, es findet sich bei einem Schriftsteller, wird bei ihm gelesen, vgl. Ath. II, 58 b IV, 165 d. – c) vom Namen, κεῖται ὄνομα, der Name ist gegeben, Her. 4, 184; τῷ οὔνομα κεῖται Δύρας, er heißt Dyras, 7, 198; ὀρϑῶς αὐτῷ τὸ ὄνομα κεῖται Plat. Crat. 395 c; περὶ ἅττ' ἂν κέηται τὰ ὀνόματα Soph. 257 c; Xen. ὁ μὲν ἀλαζὼν ἔμοιγε δοκεῖ ὄνομα κεῖσϑαι ἐπὶ τοῖς Cyr. 2, 2, 12. – d) bei Adverbien; εὖ κεάμενα, das im guten Zustande Befindliche, Aesch. Ch. 682; ὡς πάντα δεινὰ κἀπικινδύνως βροτοῖς κεῖται Soph. Phil. 501; εἰ ταῦτ' ἀνατεὶ τῇδε κείσεται κράτη Ant. 481; εὖ κειμένων τῶν πρηγμάτων Her. 8, 102; μὴ κινεῖν εὖ κείμενον Plat. Phil. 15 e. – e) vom Gelde; κἄν τι πηρώσω γέ σοι τὸν παῖδα τύπτων, τἀργύριόν σοι κείσεται, das Geld soll erlegt werden, daliegen, Ar. Ran. 627; πολλὰ χρήματα ἐπὶ τῇ τούτου τρα-πέζῃ κεῖταί μοι, ist bei diesem Wechsler angelegt, Isocr. 17, 44; παρά τινι Plat. Epist. VII, 436 c. – f) von Weihgeschenken, die in den Tempeln niedergelegt od. aufgestellt sind, ἀνάϑημα κεῖται ϑεῷ.
-
20 κλεΐζω
κλεΐζω, = κλείω, κλέω, rühm en; fut. κλεΐξειν, Pind. Ol. 1, 110, Hsn. 6, 571; altatt. κλῄζω; φάτις ἐκλῄζετο Aesch. Ag. 617; ϑανὼν δὲ κλῄζεται καϑ' Ἑλλάδα Eur. Hel. 132; Φωκὶς μὲν ἡ γῆ κλῃζεται, sie wird so genannt (vgl. εὔχομαι), Soph. O. R. 726; σὲ νῦν μὲν ἥδε γῆ σωτῆρα κλῄζει 48, vgl. 1438; oft Eur.; einzeln auch in Prosa, Tim. Locr. 100 d; ὃ κλῄζεται πεδίον ἀληϑείας Plat. Ax. 371 b; οἱ Περσεῖδαι ἀπὸ Περσέως κληΐζονται Xen. Cyr. 1, 2, 1; dazu fut. κλῄσω, H. h. 31, 18, τὴν Διὸς κόραν κλῄσωμεν Ἄρτεμιν Eur. I. A. 1521; κλῇσον τὴν πόλιν Ar. Av. 950; κεκλῃσμένος Eur. Ion 286, v. l. κεκλημένος.
См. также в других словарях:
θανών — θνήσκω aor part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ancient Macedonian language — For the unrelated modern Slavic language, see Macedonian language. language name=Ancient Macedonian region=Macedon ( extinct language ) extinct=absorbed by Attic Greek in the 4th century BC familycolor=Indo European fam2= possibly Greek… … Wikipedia
Древнемакедонский язык — Страны: Древняя Македония Вымер: к III ве … Википедия
CAEDIM lustrandi et expiandi ritus — apud Athenienses, olini sollennis memoratur Lege illâ apud Demosthenem comra Macart. Τοὺς δ᾿ ἀπογινομένους εν τοῖς δήμοις οὓς ἄν μηδεὶς ἀναιρῆται, ἐπατγελλέτρα ὁ Δήμαρχος τοῖς προσήκουσιν ἀναιρεῖν καὶ θάπτειν καὶ καθαίρειν τὸν δῆμον τῇ ἡμέρα?, ᾗ… … Hofmann J. Lexicon universale
CANIS — I. CANIS Arabiae Felicis fluv. Ptol. II. CANIS Ordo equestris a Buchardo IV. ex Montmorantia famil. primo Galliae Barone, institutus; qui pace cum Philippo I. vel Ludov. fil. eius potius, a quo arce quâdam exutus erat, quod Adrianum Abbatem S.… … Hofmann J. Lexicon universale
HEROES — dicti sunt a veteribus viri nobiles, et illustres, qui mortales cum esent, rerum tamen a se gestarum magnitudine, quam proxime ad Deos immortales accessêrunt, eamque apud vulgus opinionem emeruêrunt, ut post mortem in Deorum numerum crdantur… … Hofmann J. Lexicon universale
MORS — apud Gaditanos olim aram habuit. Vide supra in voce Dii. Etiam pro quodam Numine aut Daemone Maroni. Aen. l. 11. v. 197. Multa boum circa mactantur corpora Morti. Ubi Servius, Aut in mortem, inquit: aut Morti ipsi Deae. ac Lacedaemoniis, quos… … Hofmann J. Lexicon universale
ένερθε — ἔνερθε και ἔνερθεν και νέρθε και νέρθεν και δωρ. τ. ἔνερθα (Α) 1. από κάτω («ἔνερθε Ποσειδάων ἐτίναξε γαῑαν», Ομ. Ιλ.) 2. κάτω (χωρίς έννοια κινήσεως) («μαιμήωσι δ ἔνερθε πόδες και χεῑρες ὕπερθε», Ομ. Ιλ.) 3. (παρεμβαλλόμενο σε έναρθρο ουσ. πληθ … Dictionary of Greek
θνήσκω — (ΑΜ θνῄσκω και θνήσκω, Α και [απο]θνήσκω και επιγρ. θνείσκω, αιολ. τ. θναίσκω, δωρ. τ. θνασκω) 1. αποθνήσκω, πεθαίνω, αποβιώνω, εκπνέω, παύω να είμαι στη ζωή από φυσικό ή βίαιο θάνατο 2. (η μτχ. αορ. β ως επίθ.) θανών, ούσα, όν ο νεκρός, ο… … Dictionary of Greek
κατεναίρω — (Α) (ενεργ. και μέσ.) φονεύω, σκοτώνω (α. «θανὼν ἔτ οὖσαν κατήναρές με», Σοφ. β. «Τηλεφίδην κατενήρατο χαλκῷ», Ομ. Οδ.)· [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ἐν αίρω «φονεύω»] … Dictionary of Greek
κεύθω — (Α) (ποιητ. ρ.) 1. (κυρίως για τάφο) καλύπτω εντελώς, κατακαλύπτω, κρύβω μέσα («ὅv οὐδὲ κατθανόντα γαῑα κεύθει», Αισχύλ.) 2. (στον παρακμ.) κέκευθα περιέχω, περιλαμβάνω («ὅσα τε πτόλις ἥδε κέκευθε», Ομ. Ιλ.) 3. έχω κάτι κρυμμένο, κρατώ κάτι κρυφό … Dictionary of Greek